Ο Στιούαρντ και ο Ουίνστον είναι γείτονες. Γίνονται συμβολικά αδέρφια με ένα κοριτσάκι που ζει στη γειτονιά τους. Το κοριτσάκι πηγαίνει κάθε Κυριακή στην εκκλησία όπου ψέλνει η γιαγιά των αγοριών. Κάθε Κυριακή, επιστρέφοντας από την εκκλησία, η γιαγιά θαυμάζει τα όμορφα καπέλα του κυρίου Καντίνσκι και φτιάχνει τηγανητό κοτόπουλο στα τρία παιδιά. Αυτές οι «Κοτοκυριακές» μένουν αξέχαστες στα παιδιά.
Μια μέρα, η γιαγιά λέει στα παιδιά πόσο θα επιθυμούσε να φορέσει το Πάσχα, ένα καπέλο που έχει ο κύριος Καντίνσκι στη βιτρίνα. Τα παιδιά αποφασίζουν να κάνουν μικροδουλειές για τον κύριο Καντίνσκι για να εξασφαλίσουν το ποσό της αγοράς και να ευχαριστήσουν την καλόκαρδη γιαγιά. Τα σχέδιά τους ανατρέπονται. Κάποια παιδιά πετούν αυγά στην πόρτα του μαγαζιού του κυρίου Καντίνσκι και εκείνος θεωρεί υπεύθυνα τα τρία παιδιά. Για να τον πείσουν, το κοριτσάκι προτείνει να στολίσουν και να του προσφέρουν ζωγραφιστά χειροποίητα αυγά, όπως έφτιαχνε η γιαγιά της. Ο κύριος Καντίνσκι είναι από τη Ρωσία. Έχει χρόνια να δει ζωγραφιστά αυγά και το θέαμα τον συγκινεί. Όχι μόνο αναγνωρίζει το δίκιο των παιδιών, αλλά τους χαρίζει το καπέλο που τόσο επιθυμεί η γιαγιά τους.