Ο Ηλίας επιθυμεί ένα ζευγάρι μαύρα μποτάκια με λευκές ρίγες που φορούν οι συμμαθητές του στο σχολείο. Η γιαγιά του, του θυμίζει ότι «δεν έχουν χρήματα για θέλω, αλλά για χρειάζομαι». Μια μέρα το παπούτσι του Ηλία σκίζεται και ο κύριος Γιάννης, του δίνει ένα ζευγάρι από ρούχα που έχουν μείνει στα αζήτητα του σχολείου. Είναι παιδικό, με κρατς και ένα παιδικό καρτούν και όλοι κοροϊδεύουν τον Ηλία, εκτός από το συμμαθητή του τον Αντώνη. Ο Ηλίας πηγαίνει τη γιαγιά του σε μαγαζί με μεταχειρισμένα είδη ένδυσης, προκειμένου να βρει τα παπούτσια που επιθυμεί. Στο τρίτο κατάστημα, τα βρίσκει αλλά είναι πολύ μικρά. Τέτοια είναι η επιθυμία του, που τα αγοράζει με δικά του χρήματα. Ωστόσο είναι τόσο μικρά, που αδυνατεί να τα φορέσει στο σχολείο. Παρατηρεί ότι τα παπούτσια του Αντώνη είναι παλιά, ο πάτος τους κολλημένος με ταινία και μικρότερο μέγεθος. Μια μέρα με χιόνι, αποφασίζει να προσφέρει τα καινούργια παπούτσια του στον Αντώνη. Νιώθει τη χαρά της προσφοράς και τη χαρά που φοράει τις ολοκαίνουργιες μπότες που του πήρε η γιαγιά του.